παραφθορά

From LSJ
Revision as of 18:14, 28 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραφθορά Medium diacritics: παραφθορά Low diacritics: παραφθορά Capitals: ΠΑΡΑΦΘΟΡΑ
Transliteration A: paraphthorá Transliteration B: paraphthora Transliteration C: parafthora Beta Code: parafqora/

English (LSJ)

ἡ,

   A corruption, ἐν ταῖς φωναῖς A.D. Adv.164.24 ; of music, Plu.2.1131f ; of language, κατὰ παραφθοράν Hermog.Meth.3, St.Byz.s.v. Ἀμαζόνειον, Eust. 1936.23.

German (Pape)

[Seite 506] ἡ, leichte Verderbung oder Verfälschung, Plut. u. a. Sp., bes. Gramm.

Greek (Liddell-Scott)

παραφθορά: ἡ, βαθμιαία διαφθορά, τῆς μουσικῆς Πλούτ. 2. 1131Ε· ἐπὶ τῆς γλώσσης, Εὐστ. 1396, 23, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ᾶς (ἡ) :
légère corruption, altération peu profonde.
Étymologie: παραφθείρω.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ παραφθείρω
η πράξη και το αποτέλεσμα του παραφθείρω, ελαφρή 'φθορά, μικρή αλλοίωση προς το χειρότερο.

Russian (Dvoretsky)

παραφθορά:
1) некоторая порча, ухудшение (τῆς μουσικῆς Plut.);
2) грам. испорченная форма, неправильность.