περίκρανον

From LSJ
Revision as of 20:50, 7 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")

τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας· μόνον ὁ κατέχων ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται. (2Thess 2:7) → For the mystery of lawlessness is already at workjust at work until the one who is now constraining it is taken out.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περίκρᾱνον Medium diacritics: περίκρανον Low diacritics: περίκρανον Capitals: ΠΕΡΙΚΡΑΝΟΝ
Transliteration A: períkranon Transliteration B: perikranon Transliteration C: perikranon Beta Code: peri/kranon

English (LSJ)

τό,

   A cap, π. θήρεια Str.11.4.5, cf. Poll.2.42.

German (Pape)

[Seite 581] τό, Umgebung des Hirnschädels, Helm, Strab.

Greek (Liddell-Scott)

περίκρανον: τό, περικεφαλαία ἢ καθόλου κάλυμμα κεφαλῆς, Στράβ. 502, Πολυδ. Β΄, 42.

Greek Monolingual

τὸ, Α
κάλυμμα κεφαλής, κράνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + -κρανον (< κρανον, βλ. κρανίο), πρβλ. μεσό-κρανον)].