περίκρανον

From LSJ

Εὐχῆς δικαίας οὐκ ἀνήκοος θεός → Numquam deus surdescit ad iustas preces → Der angemessnen Bitte öffnet Gott sein Ohr

Menander, Monostichoi, 146
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περίκρᾱνον Medium diacritics: περίκρανον Low diacritics: περίκρανον Capitals: ΠΕΡΙΚΡΑΝΟΝ
Transliteration A: períkranon Transliteration B: perikranon Transliteration C: perikranon Beta Code: peri/kranon

English (LSJ)

τό, cap, π. θήρεια Str.11.4.5, cf. Poll.2.42.

German (Pape)

[Seite 581] τό, Umgebung des Hirnschädels, Helm, Strab.

Greek (Liddell-Scott)

περίκρανον: τό, περικεφαλαία ἢ καθόλου κάλυμμα κεφαλῆς, Στράβ. 502, Πολυδ. Β΄, 42.

Greek Monolingual

τὸ, Α
κάλυμμα κεφαλής, κράνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + -κρανον (< κρανον, βλ. κρανίο), πρβλ. μεσόκρανον)].