διακίνημα

From LSJ
Revision as of 18:35, 10 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διακῑνημα Medium diacritics: διακίνημα Low diacritics: διακίνημα Capitals: ΔΙΑΚΙΝΗΜΑ
Transliteration A: diakínēma Transliteration B: diakinēma Transliteration C: diakinima Beta Code: diaki/nhma

English (LSJ)

ατος, τό,    A displacement of a bone, partial dislocation, Hp.Fract.37 (pl.), Gal.19.461, Id. ap. Orib. 47.5.1.

German (Pape)

[Seite 582] τό, ein leichtes Ausweichen der Knochen, Hippocr.

Greek (Liddell-Scott)

διακίνημα: τό, ἐκτόπισις, ἐκτροπὴ ὀστοῦ τινος, μερικὴ ἐξάρθρωσις, Ἱππ. Ἀγμ. 775· - οὕτω, διακίνησις, εως, ἡ, Γαλην. 12. σ. 456.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
medic. dislocación, luxación parcial τῶν ὀστέων Hp.Fract.37, cf. Gal.19.461, ἡ τῶν κατ' ἀγκῶνα διακινημάτων θεραπεία ῥᾴστη Gal. en Orib.47.5.1.

Greek Monolingual

διακίνημα, το (Α)
μετατόπιση οστού, εξάρθρωση.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διακίνημα -ατος, τό [διακινέω] dislocatie (van botten).