ἡμίπλευρος
From LSJ
ὦ Θάνατε Θάνατε, νῦν μ' ἐπίσκεψαι μολών → o Death, Death, come now and lay your eyes on me | o death death, come now and look upon me
Full diacritics: ἡμίπλευρος | Medium diacritics: ἡμίπλευρος | Low diacritics: ημίπλευρος | Capitals: ΗΜΙΠΛΕΥΡΟΣ |
Transliteration A: hēmípleuros | Transliteration B: hēmipleuros | Transliteration C: imiplevros | Beta Code: h(mi/pleuros |
A v. ἡμίκοπος.
-ον ἡμίπλευρος (Α)
κομμένος σε δύο μέρη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + -πλευρος < πλευρά (πρβλ. ά-πλευρος, ισό-πλευρος)].