Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering
ῥινηλατῶ, -έω, ΝΑ ῥινηλάτηςανιχνεύω με τη μύτη, ιχνηλατώ με την όσφρηση («τοὺς κύνας ἀφέντες ῥινηλατεῑν», Λόγγ.)αρχ.μτφ. προσπαθώ να μυριστώ, προσπαθώ να διακρίνω, να εξιχνιάσω κάτι («ἴχνος κακῶν ῥινηλατούσῃ τῶν πάλαι πεπραγμένων», Αισχύλ.).