προαναλέγω

From LSJ
Revision as of 21:20, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Κρίνει φίλους ὁ καιρός, ὡς χρυσὸν τὸ πῦρ → Aurum probatur igne, amicus tempore → Der Zeitpunkt sondert Freunde, wie das Feuer Gold

Menander, Monostichoi, 276
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προαναλέγω Medium diacritics: προαναλέγω Low diacritics: προαναλέγω Capitals: ΠΡΟΑΝΑΛΕΓΩ
Transliteration A: proanalégō Transliteration B: proanalegō Transliteration C: proanalego Beta Code: proanale/gw

English (LSJ)

A mention before, Mitteis Chr.31v25, 1x1 (ii B.C., Pass.). II collect, gather before, Sammelb.4425 iii 10 (ii A.D.):—also in Med., Gp.10.22.1.

German (Pape)

[Seite 707] vorher aufzählen, Geopon.

Greek (Liddell-Scott)

προαναλέγω: ἀναφέρω, μνημονεύω, πρότερον, Papyr. Gr. Peyron 1. 34. II Μέσ., συλλέγω πρότερον, προαναλεξάμενος πᾶν λιθῶδες ἐκ τῶν βόθρων Γεωπ. 10. 22, 1.

Greek Monolingual

ΜΑ
(ενεργ
και μέσ.) συλλέγω προηγουμένως («προαναλεξάμενος πᾱν λιθῶδες ἐκ τῶν βόθρων», Γεωπ.)
αρχ.
αναφέρω προηγουμένως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + ἀναλέγω «συλλέγω, συγκεντρώνω». Η λ. με τη σημ. «αναφέρω προηγουμένως» < προ- + ἀνά + λέγω «μιλώ»].