προεξέχω

From LSJ
Revision as of 20:30, 13 June 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")

Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προεξέχω Medium diacritics: προεξέχω Low diacritics: προεξέχω Capitals: ΠΡΟΕΞΕΧΩ
Transliteration A: proexéchō Transliteration B: proexechō Transliteration C: proeksecho Beta Code: proece/xw

English (LSJ)

A project from, τοῦ αἰγιαλοῦ Agath.5.22.

Greek (Liddell-Scott)

προεξέχω: ἐξέχω, τινί, εἴς τι πρᾶγμα, Ἀγαθ. 327, 16.

Greek Monolingual

ΝΜΑ ἐξέχω
εξέχω προς τα εμπρός, προέχω (α. «η στέγη δεν προεξέχει αρκετά για να φεύγουν τα νερά της βροχής» β. «πᾱν προβεβλημένον μέρος καὶ προεξέχον», Ιωάν. Τζέτζ.
γ. «τὸ τοῦ αἰγιαλοῦ προεξέχον», Αγαθ.)
αρχ.
υπερέχω, διακρίνομαι.