μελανάετος

From LSJ
Revision as of 10:59, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2, $3 $4")

πρῶτον μὲν οὖν ὄστρεια παρὰ Νηρεῖ τινι ἰδὼν γέροντι φυκί ἠμφιεσμένα ἔλαβον ἐχίνους τ' ἐστὶ γὰρ προοίμιον δείπνου χαριέντως ταῦτα πεπρυτανευμένου → So first I spotted oysters wrapped in seaweed at the shop of some old Nereus, and sea urchins, which I bought; these were the appetizers for a delightfully managed dinner

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελᾰνάετος Medium diacritics: μελανάετος Low diacritics: μελανάετος Capitals: ΜΕΛΑΝΑΕΤΟΣ
Transliteration A: melanáetos Transliteration B: melanaetos Transliteration C: melanaetos Beta Code: melana/etos

English (LSJ)

ὁ, A black eagle, Arist.HA618b28.

German (Pape)

[Seite 119] od. -αίετος, ὁ, der schwarze Adler, Arist. H. A. 9, 32.

Greek (Liddell-Scott)

μελᾰνάετος: ὁ, ὁ μέλας ἀετός, πιθαν. ποικιλία τις τοῦ κοινοῦ ἀετοῦ (Falco fulvus), Ἀριστ. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 32, 2, παρ’ Εὐσταθ. 1235, 44 μελαναίετος, ὁμοίως καὶ ἐν τοῖς εἰς Ἰλ. Ω 315 Σχολίοις.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
aigle ou faucon noir (falco fulvus L.), oiseau.
Étymologie: μέλας, ἀετός.

Greek Monolingual

μελανάετος, ὁ (Α)
μαύρος αετός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, -ανος + ἀετός.

Russian (Dvoretsky)

μελανάετος:меланаэт, черный орел Arst.