ἀντιπλήξ

From LSJ
Revision as of 19:30, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Τῶν γὰρ πενήτων εἰσὶν οἱ λόγοι κενοί → Haud pondus ullum pauperum verbis inest → Denn der Armen Worte haben kein Gewicht

Menander, Monostichoi, 512
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιπλήξ Medium diacritics: ἀντιπλήξ Low diacritics: αντιπλήξ Capitals: ΑΝΤΙΠΛΗΞ
Transliteration A: antiplḗx Transliteration B: antiplēx Transliteration C: antipliks Beta Code: a)ntiplh/c

English (LSJ)

ῆγος, ὁ, ἡ, A beaten by the waves, ἀκταί S.Ant.592 (lyr.).

German (Pape)

[Seite 258] ῆγος (πλήσσω), entgegenschlagend, wohl nur Soph. Ant. 588 ἀντιπλῆγες ἀκταί, von Wogen gepeitschte Ufer.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιπλήξ: ῆγος, ὁ, ἡ, ἀντιπλῆγες ἀκταί, αἱ πλησσόμεναι κατὰ μετωπον ὑπὸ τῶν κυμάτων, οὐχὶ πλαγίως ὡς τὸ παραπλῆγες, ἴδε τὴν λέξ. κυματοπλήξ· ― ἀκταὶ Σοφ. Ἀντ. 592.

French (Bailly abrégé)

ῆγος (ὁ, ἡ)
battu des flots.
Étymologie: ἀντί, πλήσσω.

Spanish (DGE)

-ῆγος golpeado por las olas ἀκταί S.Ant.592.

Greek Monolingual

ἀντιπλήξ (-ῆγος), ο, η (Α) αντιπλήσσω
αυτός που πλήττεται από τα κύματα.

Greek Monotonic

ἀντιπλήξ: -ῆγος, ὁ, ἡ, δαρμένος από τα κύματα κατά μέτωπον, σε Σοφ.

Russian (Dvoretsky)

ἀντιπλήξ: ῆγος adj. ударяемый морским прибоем, о который плещутся волны (ἀκταί Soph.).

Middle Liddell

beaten by the opposing waves, Soph.