ἀντίδειπνος

From LSJ
Revision as of 13:24, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντίδειπνος Medium diacritics: ἀντίδειπνος Low diacritics: αντίδειπνος Capitals: ΑΝΤΙΔΕΙΠΝΟΣ
Transliteration A: antídeipnos Transliteration B: antideipnos Transliteration C: antideipnos Beta Code: a)nti/deipnos

English (LSJ)

ον, taking anothers place at dinner, Luc.Gall.9.

Spanish (DGE)

-ον
que ocupa el lugar de otro para comer ἐγὼ καὶ ἀ. καὶ διάδοχος ἐκεκλήμην Luc.Gall.9.

German (Pape)

[Seite 251] eines Andern Stelle beim Mahle vertretend, Luc. Gall. 9.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντίδειπνος: -ον, ὁ λαμβάνων τὴν θέσιν ἄλλου κατὰ τὸ δεῖπνον, Λουκ. Ἀλεκτρ. 9.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
qui soupe à la place d'un autre.
Étymologie: ἀντί, δεῖπνον.

Greek Monolingual

ἀντίδειπνος -ον, (Α)
αυτός που παίρνει τη θέση άλλου κατά το δείπνο.

Greek Monotonic

ἀντίδειπνος: -ον (δεῖπνον), αντικαταστάτης κάποιου σε δείπνο, σε Λουκ.

Russian (Dvoretsky)

ἀντίδειπνος:занимающий на пиру место другого Luc.

Middle Liddell

δεῖπνον
taking another's place at dinner, Luc.