Ἰαοναῦ
From LSJ
ἐν τῷ ῥά σφι κύκησε γυνὴ εἰκυῖα θεῆισιν οἴνῳ Πραμνείῳ, ἐπὶ δ' αἴγειον κνῆ τυρόν κνήστι χαλκείῃ, ἐπὶ δ' ἄλφιτα λευκὰ πάλυνε. → In it the woman, like the goddesses, mixed Pramnian wine for them, and over it she grated goat cheese with a bronze grater, and sprinkled white barley on it.
English (LSJ)
[ῐ], barbarism for Ἰᾶον (voc.), O Ionian, Ar.Ach.104.
German (Pape)
[Seite 1233] ist Ar. Ach. 104 komische Verdrehung aus Ἰάονες.
Greek (Liddell-Scott)
Ἰᾱοναῦ: βαρβαρισμὸς ἀντὶ ὦ Ἴων, Ἀριστοφ. Ἀχ. 104.
French (Bailly abrégé)
mauv. prononciation de Ἰᾶον, voc. de Ἰάων AR.Ach..
Greek Monolingual
Ἰαοναῡ (Α)
βαρβαρισμός αντί ὦ Ἴων.
Greek Monotonic
Ἰᾱοναῦ: [ῐ], βαρβαρισμός αντί ὦ Ἰᾶον (κλητ.), ω Ίωνα, σε Αριστοφ.
Russian (Dvoretsky)
Ἰᾱοναῦ: [voc. к Ἰάων в деланном произнош. мнимого перса Arph. = Ἰᾶον.
Middle Liddell
barbarism for Ἰάον voc.]
O Ionian, Ar.