σκηνίς

From LSJ
Revision as of 09:00, 2 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)

Menander, Monostichoi, 135
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σκηνίς Medium diacritics: σκηνίς Low diacritics: σκηνίς Capitals: ΣΚΗΝΙΣ
Transliteration A: skēnís Transliteration B: skēnis Transliteration C: skinis Beta Code: skhni/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ, = σκηνή 111.2, Plu.Luc.7.

German (Pape)

[Seite 895] ίδος, ἡ, = σκηνή; Plut. Luc. 7; Ios.

French (Bailly abrégé)

ίδος (ἡ) :
petite tente.
Étymologie: σκηνή.

Greek (Liddell-Scott)

σκηνίς: -ίδος, ἡ, = σκηνὴ, Πλουτ. Λούκουλλ. 7.

Greek Monolingual

-ίδος, ἡ, Α
αίθουσα σε μεγάλο πλοίο («ναῦς οὐ χρυσοφόροις σκηνίσιν... ἠσκημένας», Πλούτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκηνή + επίθημα ίς, -ίδος (πρβλ. θαμν-ίς)].

Greek Monotonic

σκηνίς: -ίδος, ἡ, = σκηνή, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

σκηνίς: ίδος (ῐδ) ἡ шатер, палатка (χρυσόροφος Plut.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σκηνίς -ίδος, ἡ [σκηνή] tent, baldakijn. Plut. Luc. 7.6.

Middle Liddell

σκηνίς, ίδος, ἡ, = σκηνή, Plut.]