arito

From LSJ

Τὸ κέρδος ἡγοῦ κέρδος, ἂν δίκαιον ᾖ → Lucrum esse lucrum crede, si iustum est lucrumGewinn sei dir Gewinn, wenn er auf Recht beruht

Menander, Monostichoi, 503

Spanish > Greek

ἄρκαλα, ἀρτίαλα, αὐλίσκος, βοτρύδιον, ἐγκλαστρίδια, ἕλιξ, ἑλικτήρ, ἐλλόβιον, ἐνόπη, ἔνστροφος, ἐνώδιον, ἐνῴδιον, ἐνωτάριον, ἐνωτίδιον, ἐνώτιον, ἐξωβάδιον, ἕρμα, ἱπποκάμπιον, κροτάλια, πινώτιον, πλάστρα, πλάστρον, σίγλος, σίκλος, σταλάγμιον, στροβίλιον, τροχίσκος