ἐνώδιον Search Google

From LSJ

τὸ ὅλον τόδε ποσαπλάσιον τοῦδε γίγνεται → how many times greater is this whole sum than that one

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐνώδιον Medium diacritics: ἐνώδιον Low diacritics: ενώδιον Capitals: ΕΝΩΔΙΟΝ
Transliteration A: enṓdion Transliteration B: enōdion Transliteration C: enodion Beta Code: e)nw/dion

English (LSJ)

τό, = ἐνώτιον (earring), IG2.652a17, 11(2).199B46 (Delos, iii B. C.), PPetr.3p.37 (iii B. C.), PRyl.124.30 (i A. D.).

Spanish (DGE)

uel ἐνῴδιον, -ου, τό
• Grafía: graf. ἐνο- PMich.121re.2.2.8 (I d.C.)
pendiente ἐ. χρυσοῦν PRyl.124.30 (I d.C.), PMich.l.c.
du. ἐνῳδίω y frec. plu. ἐνῴδια pendientes ἐνῳδ[ί] ω IG 22.1388.17 (IV a.C.), ἐνῴδια δύο χρυσᾶ συντεθλασμένα IEleusis 158.21 (IV a.C.), ἐνῴδια χρυσᾶ IG 11(2).199B.46 (Delos III a.C.), cf. A.Fr.424b, Alex.316, ἐνοδ(ίων) χρ(υσῶν) ζε(ῦγος) PMich.121re.3.1.2 (I d.C.)
sobre su dif. c. ἐνώτιον q.u., Moeris ε 25.
• Etimología: Se propone *ἐν(ουσ)ίδιον, influido por ὦτα, ὠτίον.

German (Pape)

[Seite 860] τό, Sp., bes. in Inscr., für ἐνώτιον, vgl. Piers. zu Moeris p. 147.

Greek Monolingual

ἐνῴδιον, το (Α)
βλ. ενώτιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. ἐνώδιον, που μαρτυρείται σε αττ. επιγρ., είναι υποκοριστικό και προήλθε πιθ. από τ. ἐνοΐδιον (με επίδραση του -ω- από τον τ. ώτα
πρβλ. ους) < ενο(υσ)-ίδιον. Κατ' άλλη άποψη, ο τ. αποτελεί προϊόν συγκοπής από τ. ενωτίδιον (υποκοριστικό του τ. ενώτιον)].

Translations