σπαδονίζω

From LSJ
Revision as of 17:10, 1 February 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " v.l. " to " v.l. ")

Τὰ θνητὰ πάντα μεταβολὰς πολλὰς ἔχει → Mortalium res plurimas capiunt vices → Was sterblich ist, kennt alles viele Umschwünge

Menander, Monostichoi, 489
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σπᾰδονίζω Medium diacritics: σπαδονίζω Low diacritics: σπαδονίζω Capitals: ΣΠΑΔΟΝΙΖΩ
Transliteration A: spadonízō Transliteration B: spadonizō Transliteration C: spadonizo Beta Code: spadoni/zw

English (LSJ)

(σπάδων) A make flaccid, περὶ τοῖς ὀδοῦσι . . τὰς τῆς πιμελῆς κτηδόνας Sor.1.118. 2 metaph. in trans. sense, σ. τὸν ἦχον curtail, cramp, emasculate their sound, of the short vowels, D.H. Comp.14 (as v.l. for σπανίζει).

German (Pape)

[Seite 915] wie σπάω, reißen, zerren, ἦχον, D. Hal. de C. V. 14, Schaef. zu vgl. p. 162.

Greek (Liddell-Scott)

σπᾰδονίζω: (σπαδών)· ― σπ. τὸν ἦχον, ἔχω ἦχον ἀδύνατον, ἐκνευρισμένον, ἐπὶ τῶν βραχέων φωνηέντων, Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. 14.

Greek Monolingual

Α σπαδών, -όνος]
1. καθιστώ κάτι χαλαρό, χαλαρώνω
2. μτφ. (σχετικά με ήχο) περικόπτω, μειώνω, περιορίζω.