πυρωτός

From LSJ
Revision as of 15:40, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

λίγεια μινύρεται θαμίζουσα μάλιστ' ἀηδών → the sweet-voiced nightingale mourns constantly, the sweet-voiced nightingale most loves to warble

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πῠρωτός Medium diacritics: πυρωτός Low diacritics: πυρωτός Capitals: ΠΥΡΩΤΟΣ
Transliteration A: pyrōtós Transliteration B: pyrōtos Transliteration C: pyrotos Beta Code: purwto/s

English (LSJ)

ή, όν, fiery, Antiph.217.21; epithet of the planet Mars, Vett.Val. 249.5.

German (Pape)

[Seite 826] feurig; καὶ λαμπρός, Plut. de Pyth. or. 21; τευθὶς μεταλλάξασα λευκαυγῆ φύσιν σαρκὸς πυρωτοῖς ἀνθράκων ῥαπίσμασιν, Antiphan. bei Ath. XIV, 623 b.

Russian (Dvoretsky)

πῠρωτός: Plut. = πυρώδης 2.

Greek (Liddell-Scott)

πῠρωτός: -ή, -όν, (πυρόω) ὁ πυρώδης, καίων, συντελῶν πρὸς πύρωσιν ἢ ὄπτησιν, πυρωτοῖς ἀνθράκων ῥαπίσμασιν Ἀντιφάνης ἐν «Φιλοθηβαίῳ» 1. 21.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α [[πυρῶ, -όω]]
1. διάπυρος, φλογερός
2. προσωνυμία του πλανήτη Άρη.