γυροειδής
From LSJ
ἡ κέρκος τῇ ἀλώπεκι μαρτυρεῖ → you can tell a fox by its tail, small traits give the clue to the character of a person
English (LSJ)
γυροειδές, like a circle, round. Adv. γυροειδῶς Dsc.2.173.
Spanish (DGE)
-ές
1 circular, de forma anular ref. al sol PMag.3.139.
2 adv. γυροειδῶς = formando círculos θάμνος ... ἐπὶ γῆς γ. ἐστρωμένος Dsc.2.173.
German (Pape)
[Seite 512] ές, kreisförmig, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
γῡροειδής: -ές, ὅμοιος κύκλῳ, στρογγύλος.― Ἐπίρρ.–δῶς Διοσκ. 2. 204.
Greek Monolingual
γυροειδής, -ές (Α)
στρογγυλός.
Léxico de magia
-ές circular de Helios δεῦρό μοι, ὁ μέγιστος ἐν οὐρανῷ, ... ὁ γ., ὁ τρέχων ἕως μεσημβρίας aquí a mí, el más grande en el cielo, circular, el que corre hasta el mediodía P III 138