δυσμικός

From LSJ
Revision as of 10:56, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δυσμικός Medium diacritics: δυσμικός Low diacritics: δυσμικός Capitals: ΔΥΣΜΙΚΟΣ
Transliteration A: dysmikós Transliteration B: dysmikos Transliteration C: dysmikos Beta Code: dusmiko/s

English (LSJ)

δυσμική, δυσμικόν, (δυσμή) = δυτικός, western, Str.2.5.11, Hld.8.15: Comp., Str.2.1.34, Ptol.Alm.2.13, Theo Sm.p.137 H.: Sup., Str. 2.1.32, Ptol.Geog.2.3.18.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
occidental τὰ δυσμικὰ μέρη Str.2.5.11, πλευρά Str.14.5.22, 14.6.4, Ptol.Geog.2.6.1, παράπλους Str.14.6.3, τόπος Ptol.Alm.2.13, στοά IStratonikeia 653.4 (I d.C.), MAMA 8.498.17 (II d.C.), cf. Theo Sm.137, τὸ δυσμικώτατον σημεῖον el punto más occidental Str.2.1.32, ἀπὸ τῶν δυσμικωτέρων desde el oeste Hld.8.15.1, cf. Str.2.1.34, ref. a pueblos, Ptol.Geog.2.3.11, 12, ὁ δ(ιὰ) Ῥώμης μεσημβρινὸς δυσμικώτερός ἐστι τοῦ δ(ι') Ἀλεξανδρείας μεσημβρινοῦ POxy.Astr.4142.2.2.14 (IV d.C.).

German (Pape)

[Seite 684] abendlich, westlich; Strab. II p. 85 u. öfter; Heliod. 8, 15.

Greek (Liddell-Scott)

δυσμικός: -ή, -όν, (δυσμή) = δυτικός, Στράβων 85, Ἡλιόδ. 8. 15· ὑπερθ. -ώτατος, Πτολ. Γεωγρ. 2. 3, 18.

Greek Monolingual

-ή, -ό (Α δυσμικός, -ή, -όν)
δυτικός
νεοελλ.
(το θηλ. πληθ. ως ουσ.) οι δυσμικές
πνεύματα του δειλινού, ονομασία ξωτικών.