disposición
From LSJ
Λυποῦντα λύπει, καὶ φιλοῦνθ' ὑπερφίλει → Illata mala repende; amantem magis ama → Den kränke, der dich kränkt, und liebe den, der liebt
Spanish > Greek
ἀδνοτατίων, ἀδνουτατίων, αἵρεσις, ἀνάταξις, ἀπάρτισις, ἀπόνευμα, ἁρμονία, βυβλίδιον, γυμνασία, διάθεμα, διάθεσις, διαθεσμοθέτησις, διακόσμησις, διάληψις, διανέμησις, διανομή, διασκευή, διάσταλμα, διαστολή, διάστολον, διαταγή, διάταγμα, διάταξις, διατύπωσις, ἐγκατασκευή, ἔνστασις, ἔνταξις