φθάνω
ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...
English (LSJ)
Il.9.506, impf.
A ἔφθανον X.HG6.2.30, AP9.272 (Bianor): fut. φθήσομαι Il.23.444, Th.5.10, Pl.R.375c, etc.; but φθάσω [ᾰ] Hp. Morb.3.13 (s. v. l.), X.Cyr.5.4.38: aor. ἔφθᾰσα Hdt.7.161, A.Pers. 752 (troch.), Th.3.49, X.Cyr.7.1.19, etc.; imper. φθάσον J.AJ6.11.7; opt. 3sg. φθάσειε Isoc.8.120, pl. φθάσειαν X.HG7.2.14 (this tense prevails in later Gk., Plb.3.66.1, etc.); Dor. ἔφθασσα Theoc.2.115: but the only Ep. aor. is ἔφθην, not found in A. or S., but the more usual form in E. and Ar., less freq. in Th., X., D.; pl. ἔφθημεν, -ητε, -ησαν, E.Ph.1468, Isoc.5.7, Antipho 2.2.5, Ep.pl.3 φθάν Il.11.51; subj. φθῶ, Ep. 3sg. φθήῃ, φθῇσιν, 16.861, 23.805; Ep. 1pl. φθέωμεν Od.16.383; 3pl. φθέωσι 24.437; opt. φθαίην, Ep. 3sg. φθαίησι (παρα-) Il.10.346; inf. φθῆναι Hdt.6.115, Th.4.4; part. φθάς Hdt.3.71; Ep. part. Med. φθάμενος Il.5.119, al., Hes.Op.554: pf. ἔφθᾰκα Philipp. ap. D.18.39, LXX 2 Ch.28.9, IG12 9).906.26 (Chalcis, iii A. D.); πέφθακα Ps.-Callisth. 2.10 (v. l): plpf. ἐφθάκει Plu.Galb. 17, Luc.Philops.6:—Pass., Arist.Mu.395a18: impf. ἐφθάνετο AP9.278 (Bianor); ἐφθάνοντο J.BJ5.2.4 (v.l. ἐφονεύοντο): aor. ἐφθάσθην D.H. 6.25, Epigr.Gr.315 (Smyrna), IPE2.197 (Panticapaeum, ii A. D.), J.AJ8.12.4. Gal.4.560. [φθᾰνω always in Att. (so also in AP9.272 (Bianor), APl.4.382, 384); φθᾱνω in Il.9.506, 21.262 (where Zenod. read φθανέει for φθάνει) ]:—come or do first or before others: I c. acc. pers., to be beforehand with, overtake, outstrip, in running or otherwise, φθάνει δέ τε καὶ τὸν ἄγοντα Il.21.262; φθῆ σε τελος θανάτοιο 11.451, cf. Hes.Op.554,570, Hdt.7.161, E.Heracl.120, IT669, Isoc.9.42, etc.; οὐ μὴ φθάσωμεν τοὺς κοιμηθέντας 1 Ep.Thess.4.15; so ἔφθησαν τὸν χειμῶνα they anticipated the storm, Hdt.7.188; φθάσας τὸν λογισμόν D.21.38:—Pass., to be overtaken, ὑπό τινος Arist. Mu.395a18, AP9.278 (Bianor); ἐφθάσθην (v. supr.). II abs., come or act first, opp. ὑστερέω or ὑστερίζω, E.Ph.975, X.An.6.1.18, cf. Th.4.121; τοῦ φθάσαντος ἁρπαγή the prey of the first comer, A.Pers.752 (troch.), cf. Fr.23 (lyr.); πρὶν ἐλθεῖν αὐτοὺς φθάσαι βουλόμενοι Th.7.36; μὴ φθάσῃ ἐς τὸν Ἑλλήσποντον ἐσπλεύσας Id.8, 100; φθάσαι πρὶν ἀδικηθῆναι Arist.Pol.1302b23, cf. Rh.1373a23; in later writers, τὰ φθάσαντα the things before mentioned, Ael.VH 1.34, Arg.D.46; part. φθάνων, φθάσας previous, τῶν φθασάντων δυεῖν βιβλίων Porph.Abst.3.1; ἐν τοῖς φθάνουσιν ἔργοις Dex.Hist.Fr.26 J.; τοῖς φθάνουσι κατορθώμασι Id.Fr.6 J.; οἱ φθάσαντες πόνοι Agath.5.16; τὸ φθάνον previous time, Ael.VH14.6; τὸ φθάσαν, τὰ φθάσαντα, the past, Agath.3.2, al., Procop.Gaz.Ep.32; ὁ φθάσας χρόνος Men. Prot.p.127 D. 2 with Preps., come or arrive first, ἕως τῶν οὐρανῶν LXX 2 Ch.28.9; ἔφθασεν ἐφ' ὑμᾶς Ev.Matt.12.28, Ev.Luc.11.20, cf. 1 Ep.Thess.2.16: φ. εἰς... simply, arriveat, attain to, Ep.Rom.9.31, Ep.Phil.3.16, Plu.2.338a; φθάσομεν εἰς Πηλούσι<ον> PPar.18.14 (ii A. D.): abs., of Time, arrive, καιρὸς τῆς τομῆς ἔφθακε (v.l. ἔφθασεν) LXXCa. 2.12; ἔφθασεν ὁ μὴν ὁ ἕβδομος ib.2 Es.3.1. b extend, μέχρι γῆς Plot.3.27; εἰς βορρᾶν PFlor.50.87 (iii A. D.). c reach, αἰθέρα APl.4.384. d Gramm., to be applied or applicable, ἐπ' ἀμφοτέρας τὰς διαθέσεις A.D.Synt.211.22, cf. 217.23, al. III the action in which one is beforehand is expressed by the part. agreeing with the subject, [Ἄτη] πολλὸν ὑπεκπροθέει, φθάνει δέ τε πᾶσαν ἐπ' αἶαν βλάπτουσ' ἀνθρώπους and is beforehand in doing men mischief, Il.9.506; ἀλλ' ἄρα μιν φθῆ Τηλέμαχος κατόπισθε βαλών Telemachus was beforehand with him in striking, i.e. struck first, Od.22.91, cf. 16.383, Il.10.368; ἔφθασέν με προαπελθὼν Χάρμος PCair.Zen.16.3 (iii B. C.); ἔφθησαν ἀπικόμενοι arrived first, Hdt.4.136, cf. 6.115; so φ. εὐεργετῶν to be the first to show a kindness, X.Mem.2.3.14; ὅπως φθάσειαν βοηθήσαντες Id.HG7.2.14; ἔφθασαν προκαταλαβόντες Th.3.112; φθάνουσιν αὐτοὺς προκαταφυγοῦσαι Id.2.91; ἢν φθάσωσιν πρότερον διαφθείραντες τὸ στράτευμα Id.7.25; φ. γόνασι προσπεσὼν πατρός E.HF986, etc: part. Pass. is also used, ἦ κε πολὺ φθαίη πόλις ἁλοῦσα, i.e. it would be taken first, Il.13.815; εἴ κε φθήῃ τυπείς shall be wounded first, 16.861; φθαίητε γὰρ ἂν . . ἐξανδραποδισθέντες ἣ . . Hdt.6.108; μὴ φθάσωσι προεπιβουλευόμενοι Th.3.83; ἔφθη κατακωλυθείς X.HG1.6.17; φθάνειν δεῖ πεφραγμένους τοὶς πόρους they must first be blocked up, Id.Cyr.2.4.25: these clauses, being compar. in sense, are folld. by a gen., φθὰν δὲ μέγ' ἱππήων . . κοσμηθέντες were drawn up before the drivers, Il.11.51; more freq. by πρὶν . . or ἢ... ἔφθη ὀρεξάμενος, πρὶν οὐτάσαι 16.322, cf. Antipho1.29, X. Cyr.3.2.4; φθήσονται τούτοισι πόδες καὶ γοῦνα καμόντα ἢ ὑμῖν Il.23.444; ἔφθης πεζὸς ἰὼν ἢ ἐγὼ σὺν νηΐ Od.11.58; ἔφθησαν ἀναβάντες πρὶν ἢ . . Hdt.9.70; ἔφθησαν ἐκπεσόντες πρότερον ἢ . . Id.6.91. b in later Gr., c. part. to express previous action or happening, φθάνω ὑμῖν πρότερον γεγραφηκώς I have already written to you, POxy.1666.3 (iii A. D.), cf. 237 vi30 (ii A. D.), etc.; ἔφθασα εἰρηκώς Luc.Pisc.29; ὡς ἔφθην εἰπών Id.Par.3; cf. 111.2b. 2 in the same sense, part. φθάς or φθάσας, Ep. φθάμενος, is used like an Adv. with a principal Verb, ὅς μ' ἔβαλε φθάμενος, for ὅς μ' ἔφθη βαλών, Il.5.119, cf. 13.387, Od. 19.449; οὐκ ἄλλος φθὰς ἐμεῦ κατήγορος ἔσται no other shall be an accuser before me, Hdt.3.71; ἀνέῳξάς με φθάσας you opened the door before me, Ar.Pl.1102; φθάσας προσπεσοῦμαι Th.5.9, cf. 2.91, X.Cyr. 1.5.3, etc.; even with a part., φθάσας . . ἁρπάσας Hdt.6.65; rarely part. pres., φθάνοντες δῃοῦμεν X.Cyr.3.3.18. b in signf. 111.1b, φθάσαντες ἐπληρώσαμεν αὐτούς we had already paid them, POxy.1103.6 (iv A. D.); but ὡσεὶ καὶ ὁμογενῆ φθάσας εἶπον as if I had said (not had already said) ὁ., Gal.16.502. 3 rarely c. inf., ὁ φθάσας θαρσῆσαι he that first gains confidence, Th.3.82; σπεύδειν ὅπως . . φθαίης ἔτ' εἰς ἐκκλησίαν ἐλθεῖν (v.l. ἐλθών) hurry to be in time to get to... Ar.Eq.935 (lyr.), cf. Nu.1384 (v. infr. IV. 1); μόλις φθάνει θρόνοισιν ἐμπεσοῦσα μὴ χαμαὶ πεσεῖν hardly manages by falling first on the seat not to fall on the ground, E.Med.1169; more freq. in later writers, of actions which one manages to do, does before or has done first or already, A.R.1.1189, D.H.4.59,61, Sor.1.111, Gal.15.2,93, Luc. DMort.13.2, Harm.2; ἐὰν φθάσω πρὸ τῆς τρύγης ἀνελθεῖν PSI8.971.10 (iii/iv A. D.); ἐὰν ὁ ἰατρὸς αὐτὸ φθάσῃ κενῶσαι Gal.16.499; φθάνοντος ἤδη πυρέττειν ἐκ τεττάρων ἡμερῶν τοῦ νοσοῦντος having already begun, ib.498; μὴ φθάνων προσηκόντως τρέφεσθαι if he is not first suitably nourished, Id.18(2).36, cf. 84,103; συμβαίνει φθάνειν ἀποθνῄσκειν τοὺς νεωτέρους the young die first, ib.222; εἰ φθάσαιμεν παλαιοὺς πίθους ἔχειν μεγάλους if we already have... Gp.6.3.11, cf. 10.22.2, al., A.D.Pron.90.1; ἔφθακεν οὖν ταῦτα ἐψηφίσθαι καὶ τῇ βουλῇ IG12(9).906.26 (Chalcis, iii A. D.). IV with negatives, 1 with οὐ and part. (inf. is v. l. in Ar.Nu. 1384), folld. by καί or καὶ εὐθύς, of two actions following close on each other, οὐ φθάνειν χρὴ συσκιάζοντας γένυν καὶ . . ὁρμᾶν you must no sooner get your beard than you march, E.Supp.1219; οὐ φθάνει ἐξαγόμενος καὶ εὐθὺς ὅμοιός ἐστι τοῖς ἀκαθάρτοις no sooner is he brought out than he becomes unclean, X.Eq.5.10, cf. Ar.Nu.1384; οὐκ ἔφθημεν εἰς Τροιζῆν' ἐλθόντες καὶ τοιαύταις νόσοις ἐλήφθημεν ἐξ ὧν . . no sooner had we come to Troezen than... Isoc.19.22, cf. 5.53, 8.98, 9.53; οὐκ ἔφθη μοι συμβᾶσα ἡ ἀτυχία καὶ εὐθὺς ἐπεχείρησαν διαφορῆσαι τἄνδοθεν scarcely or no sooner had misfortune befallen me when... D.57.65, cf. 43.69, Isoc.4.86. 2 οὐκ ἂν φθάνοις, οὐκ ἂν φθάνοιτε, with part. pres., express a strong exhortation or urgent command, οὐκ ἂν φθάνοιτε τὴν ταχίστην ὀπίσω ἀπαλλασσόμενοι you could not be too quick in departing, i.e. make haste and be off, Hdt.7.162; οὐ φθάνοιτ' ἔτ' ἄν θνῄσκοντες make haste and die, E.Or.936, cf. 941, Alc. 662, Heracl.721, Tr.456 (troch.), IT245; οὐκ ἂν φθάνοιτον τοῦτο πράττοντε Ar.Pl.485; ἀποτρέχων οὐκ ἂν φθάνοις ib.1133; εἰς ἀγορὰν ἰὼν ταχέως οὐκ ἂν φθάνοις ib.874, cf. Ec.118; οὐκ ἂν φθάνοις λέγων Pl. Smp.185e, X.Mem.2.3.11; these phrases are not to be treated as questions, cf. οὐκ ἂν φθάνοιμι (sc. λέγων) Pl.Smp.214e, cf. Phd.100c, D.25.40, Luc.Fug.26, Symp.2, Anach.14: c. part. aor., once in Luc., Vit.Auct.26. b in 1, 2, or 3 pers., to express immediate futurity, οὐκ ἂν φθάνοις ἀκούων you shall hear in a moment, Pl.Euthd. 272d; οὐκ ἂν φθάνοι τὸ πλῆθος τούτοις τοῖς θηρίοις δουλεῦον will soon (or inevitably) be enslaved to... D.24.143; also to express what is logically inevitable, οὐκ ἂν φθάνοιεν αὐτοὺς προσκυνοῦντες they will soon be (or cannot logically help) worshipping them, Aristeas 137; τοῦτο μὲν οὐκ ἂν φθάνοις καὶ Ἐμπεδοκλεῖ πρὸ αὐτοῦ ἐγκαλῶν Luc.Fug.2; οὐκ ἂν φθάνοι κἀμὲ μάντιν λέγων Id.Hes.8; οὐκ ἂν φθάνοι τις ἁπάσας ἀναιρῶν τὰς τοιαύτας προστασίας Id.Apol.11: c. part. aor., Id.Tox.2.
German (Pape)
[Seite 1269] fut. φθήσομαι, Il. 23, 444, u. so auch bei den Attikern, wie Thuc. 5, 10, später auch φθάσω u. dor. φθάξω; aor. ἔφθην, 3. Vers. plur. ἔφθαν und φθάν, statt ἔφθησαν, Il. 11, 51, int. φθῆναι, conj. φθῶ, 3 Pers. ep. φθήῃ u. φθῇσιν, Il. 16, 816. 23, 805, plur. φθέωμεν, φθέωσιν, Od. 16, 383. 24, 437, optat. φθαίην, wozu man auch παραφθαίῃσι Il. 10, 346 rechnet, nachhomerisch auch ἔφθασα, aor. med. nur ep. φθάμενος; dor. ἔφθαξα, perf. ἔφθακα; Sp. auch φθασθῆναι, D. Hal.; – zuvorkommen, zuvorthun, eher als ein Anderer thun; absolut, wie es Il. 9, 506 von der Ate heißt πολλὸν ὑπεκπροθέει, φθάνει δέ τε πᾶσαν ἐπ' αἶαν βλάπτουσ' ἀνθρώπ ους, zuvor kommt sie über den ganzen Erdkreis hin, wenn man nicht auch hier besser das partic. damit verbindet (s. unt.); δέδοικα, μὴ πολὺς πλούτου πόνος γένηται τοῦ φθάσαντος ἁρπαγή Aesch. Pers. 738; φθάνειν εἰς τὴν πόλιν, zuvor, zuerst in die Stadt kommen, Xen. Cyr. 5, 4,9; τὴν δὲ ἑτέραν φθάσαι βουλομένην προσδραμεῖν Mem. 2, 2,3; – c. accus. der Person, der man zuvorkommt, die man im Laufe einholt; φθάνει δέ τε καὶ τὸν ἄγοντα Il. 21, 267, Hes. O. 556. 572; φθάσας ὁ Αθηναίων ἄγγελος τὸν Λακεδαιμονίων ἀμείβετο τοῖσδε Her. 7, 161; οἱ δ' ἔφθησαν τὸν χειμῶνα 7, 188; ἐπείπερ ἔφθης νεωτέρο υς Eur. Heracl. 121. – Die Handlung, in der Einer dem Andern zuvor kommt, wird gew. durch das partic. ausgedrückt, wo wir im Deutschen häufig das partic. durch ein verb. finit. u. φθάνω durch ein adv. »zuvor«, »eher« wiedergeben können; ἀλλ' ἄρα μιν φθῆ Τηλέμαχος κατόπισθε βαλών, Telemach kam ihm imt Werfen zuvor, traf ihn zuvor, Od. 22, 91; φθῆ σε τέλος θανάτοιο κιχήμενον, dich erreichte eher der Tod, Il. 11, 451; ἵνα μή τις Ἀχαιῶν φθαίη ἐπε υξάμενος βαλέειν, ὁ δὲ δεύτερος ἔλθοι, 10, 367; vgl. 16, 314. 23, 805 Od. 16, 383. 24, 437; selten mit einem pass., εἴ κε φθήῃ τυπ είς Il. 16, 861, eher verwundet werden, wie ἦ κε πολὺ φθαίη πόλις ἁλοῦσα, eher erobert werden, 13, 815; βουλόμενοι φθῆναι τοὺς Ἀθηναίους ἀπικόμενοι εἰς τὸ ἄστυ Her. 6, 115, indem sie den Athenern in die Stadt kommend zuvorkommen wollten, d. i. indem sie eher als die Athener in die Stadt gelangen wollten; φθάναι γόνασι προσπεσὼν πατρός Eur. Herc.. 986; Med. 1169 u. öfter; Ar. Plut 685. 1102; φθάνει ἡμέρα γενομένη αὐτὸν πορε υόμενον, es ward eher Tag, ehe er ankam, Xen. Cyr. 5, 7,16, wie An. 5, 7,16, der Tag überraschte ihn; ὃς ἂν φθάσῃ τελευτήσας διὰ τὰ δεσμά Plat. Euthyphr. 9 a; σμικρόν γε ἔφθης με ἐρόμενος Polit. 293 e; φθάνουσιν ἐπὶ τῷ ἄκρῳ γενόμενοι τοὺς πολεμίους Xen. An. 3, 4,49; φθήσονται ποιοῦντες Isocr. 4, 79; Sp., ἔφθη παρενεχθεὶς τοσοῦτον, ὅσον τὰς αἰχμὰς εἰς τὴν γῆν παγῆναι Plut. Sull. 29, vgl. 37. - Selten mit dem int., φθαίης ἔτ' εἰς ἐκκλησίαν ἐλθεῖν Ar. Equ. 942; vgl. Luc. D. Mort. 13, 2. - Es folgt auch πρίν, ἔφθη ὀρεξάμενος πρὶν οὐτάσαι Il. 16, 322, wie Xen. Cyr. 3, 2,4; u. ἤ, φθήσονται τούτοισι πόδες καὶ γοῦνα καμόντα ἢ ὑμῖν, die Füße und Kniee werden ihnen eher müde werden als euch, Il. 23, 444; Od. 11, 58; Theocr. 2, 114, Her. φθαίητε γὰρ ἂν πολλάκις ἐξανδραπ οδισθέντες ἤ τινα πυθέσθαι ἡμέων 6, 108; ήσκήκεις δὲ φθάνειν ἕλκων ἢ τὰ πτηνά φυγεῖν Xen. Cyr. 1, 6,39, du hattest dich geübt, das Netz zuzuziehen, ehe die Vögel fort flogen; u. πρὶν ἤ, ἔφθησαν ἐπὶ τοὺς πύργο υς ἀναβάντες πρὶν ἤ – Her. 9, 70; u. ἀλλά, οὐκ ἄλλος φθὰς ἐμεῦ κατήγορος ἔσται, ἀλλά σφεα αὐτὸς ἐγὼ κατερέω, kein Anderer soll mein Ankläger eher sein, sondern ich werde selbst anklagen, d. i. kein Anderer soll mich eher anklagen, als ich, Her. 3, 71. – In der letzten Stelle ist nicht ein tempus finit. von φθάνω mit dem particip. eines anderen Verbums verbunden, sondern umgekehrt das part. φθάς mit dem tempus finit. eines anderen Verbums; so bei Hom. das partic. φθάμενος, ὅς μ' ἔβαλε φθάμενος statt ὅς μ' ἔφθη βαλών, der mich zuvor, eher traf, Il. 5, 119. 13, 387. 23, 779 Od. 19, 449; und so bei den Attikern partic. praes. und aor., φθάνοντες δῃοῦμεν Xen. Cyr. 3, 3,18, wie φθάσας ἀσθενώσω 1, 5,3, eher will ich schwachen; Ar. Plut. 1102; φθάσας προσπεσοῦμαι Thuc. 5, 9. – Sp. brauchen auch das pass. φθάνεσθαι, überholt, eingeholt, überrascht werden, von Einem, ὑπ ό τινος, Bian. 5 (IX, 278). – Besonders zu merken ist noch die Verbindung mit οὐ und folgendem καί, κακκᾶν ἂν οὐκ ἔφθης φράσαι κἀγὼ λαβὼν θ ύραζε ἐξέφερον ἄν Ar. Nubb. 1366, u. sonst, gew. c. partic., οὐκ ἐφθημεν ἐλθόντες καὶ νόσοις ἐλήφθημεν, nicht sobald waren wir angekommen, oder kaum waren wir angekommen, als wir auch schon von Krankheiten ergriffen wurden; οὐκ ἔφθη μοι συμβᾶσα ἡ ἀτυχία καὶ εὐθὺς ἐπεχείρησαν διαφορῆσαι τἄνδοθεν, kaum, nicht sobald war mir das Unglück begegnet, als sie sogleich, Dem. 57, 65; οὐ γὰρ ἔφθη Θεόπομπος τὴν ἐπιδικαοὐκ ἔφθη λέγων καὶ εὐθὺς ἐγέλασαν ἅπαντες, eigtl., er kam mit dem Reden nicht dem Lachen zuvor, d. i. kaum hatte erzu reden angefangen, als auch Alle schon lachten. – In Fragesätzen bezeichnet οὐ φθάνω die lingeduld in Erwartung der Erfüllung dessen, was die Frage ausspricht, drückt also eine nachdrückliche Aufforderung aus, oder ist eine mildere Form für den imperat, bes. für augenblickl ich zu vollziehende Befehle, οὐκ ἂν φθάνοις λέγων; willst du nicht zuvor sagen? d. i. sage es auf der Stelle, so rede nur, Plat. Conv. 185 e; οὐκ ἂν φθάνοιτ' ἀκολο υθοῦντες; wollt ihr nicht auf der Stelle folgen? d. i. folgt auf der Stelle! Auch mit part. med. u. pass., οὐκ ἂν φθάνοιτε τὴν ταχίστην ὀπίσω ἀπαλλασσόμενοι; d. i. geht schnell zurück, Her. 7, 162; οὐκ ἂν φθάνοι κατακοπτόμενος; wird nicht sogleich niedergehauen werden? Dem. 25, 40. – Aehnlich wird das partic. aor. zum imperat. gesetzt, λέγε φθάσας, sprich schnell. – Im Antwortssatz ist οὐκ ἂν φθάνοιμι »ich werde sogleich beginnen«, Plat. Conv. 214 e Phaed. 100 c; οὐκ ἂν φθάνοις ἀκούων, das sollst du gleich hören, Euthyd. 272 d. – [Im praes. ist α bei den Epikern lang, Il. 9, 506. 21, 262, bei den Attikern kurz, bei Sp. nach dem Versbedürfnisse lang u. kurz, Jac. A. P. p. 884.]