ἀνάζευξις
From LSJ
ξυνῆλθεν ἀτταγᾶς τε καὶ νουμήνιος → birds of a feather flock together, the francolin and the new-moon bird get together
English (LSJ)
εως, ἡ,
A breaking up one's quarters, marching forth, Plu.Ages.22; return home, Id.Cor.31.
German (Pape)
[Seite 187] ἡ, der Aufbruch des Heeres, auch Heimkehr, Plut. Cor. 31.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνάζευξις: -εως, ἡ, ἐκκίνησις τοῦ στρατοῦ, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ κατάλυσις, πρὸ τῆς ἡμέρας ποιούμενος τὰς ἀναζεύξεις καὶ πάλιν σκοταίους τὰς καταλύσεις Πλουτ. Ἀγησ. 22, ἡ οἴκαδε ἐπάνοδος, Πλουτ. Κορ. 31.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
1 levée d’un camp, marche en avant;
2 retour d’une armée dans ses foyers.
Étymologie: ἀναζεύγνυμι.