ἀνάζευξις
καὶ νῦν περὶ ἀρετῆς ὃ ἔστιν ἐγὼ μὲν οὐκ οἶδα, σὺ μέντοι ἴσως πρότερον μὲν ᾔδησθα πρὶν ἐμοῦ ἅψασθαι, νῦν μέντοι ὅμοιος εἶ οὐκ εἰδότι → so now I do not know what virtue is; perhaps you knew before you contacted me, but now you are certainly like one who does not know
English (LSJ)
-εως, ἡ, breaking up one's quarters, marching forth, Plu.Ages.22; return home, Id.Cor.31.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 acción de levantar el campo de un ejército IPE 12.32.A.92 (Olbia III/II a.C.), Plu.Ages.22
•fig. Plu.2.502f.
2 vuelta a la patria καὶ προδοσίαν ἐκάλουν τὴν ἀνάζευξιν Plu.Cor.31.
German (Pape)
[Seite 187] ἡ, der Aufbruch des Heeres, auch Heimkehr, Plut. Cor. 31.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
1 levée d'un camp, marche en avant;
2 retour d'une armée dans ses foyers.
Étymologie: ἀναζεύγνυμι.
Russian (Dvoretsky)
ἀνάζευξις: εως ἡ
1 выступление в поход Plut.;
2 возвращение Plut.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνάζευξις: -εως, ἡ, ἐκκίνησις τοῦ στρατοῦ, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ κατάλυσις, πρὸ τῆς ἡμέρας ποιούμενος τὰς ἀναζεύξεις καὶ πάλιν σκοταίους τὰς καταλύσεις Πλουτ. Ἀγησ. 22, ἡ οἴκαδε ἐπάνοδος, Πλουτ. Κορ. 31.
Greek Monolingual
ἀνάζευξις (-εως), η (Α) άναζεύγνυμι
1. η αναχώρηση του στρατεύματος
2. η επιστροφή στην πατρίδα.
Greek Monotonic
ἀνάζευξις: -εως, ἡ, βηματισμός του στρατού, επιστροφή στην πατρίδα, σε Πλούτ.
Middle Liddell
[from ἀναζεύγνυμι
a marching off, return home, Plut.