κύματα θαρσαλέως ποντοπόρει βιότου → the waves of life make bold furrows, travel boldly over the waves of life
Full diacritics: ἀνεμόπους | Medium diacritics: ἀνεμόπους | Low diacritics: ανεμόπους | Capitals: ΑΝΕΜΟΠΟΥΣ |
Transliteration A: anemópous | Transliteration B: anemopous | Transliteration C: anemopous | Beta Code: a)nemo/pous |
ουν, gen. οδος,
A with feet swift as the wind, EM20.6.
ἀνεμόπους: ουν, γεν. -οδος, ἔχων πόδας ταχεῖς ὡς ὁ ἄνεμος, Ἐτυμολ. Μ. 20. 6: - οὕτως, ἀνεμόπτερος, ον, Μανασσ. Χρον. 3652.