ἀτιμασμός
From LSJ
νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
English (LSJ)
ὁ,
A dishonour, LXX1 Ma.1.40 (v.l.), Aristeas 269.
German (Pape)
[Seite 386] ὁ, Verachtung, Beschimpfung, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἀτῑμασμός: ὁ, ἀτίμωσις, περιφρόνησις, Ἑβδ. (Α΄ Μακκ. α΄, 40, δι. γρ.).