διετία
χλανίσι δὲ δὴ φαναῖσι περιπεπεµµένοι καὶ µαστίχην τρώγοντες, ὄζοντες µύρου. τὸ δ’ ὅλον οὐκ ἐπίσταµαι ἐγὼ ψιθυρίζειν, οὐδὲ κατακεκλασµένος πλάγιον ποιήσας τὸν τράχηλον περιπατεῖν, ὥσπερ ἑτέρους ὁρῶ κιναίδους ἐνθάδε πολλοὺς ἐν ἄστει καὶ πεπιττοκοπηµένους → Dressed up in bright clean fine cloaks and nibbling pine-thistle, smelling of myrrh. But I do not at all know how to whisper, nor how to be enervated, and make my neck go back and forth, just as I see many others, kinaidoi, here in the city, do, and waxed with pitch-plasters.
English (LSJ)
ἡ,
A = διετηρίς, Ph.2.536, Act.Ap.24.27, 28.30; διετίᾳ Cleom.1.3, CIG5033 (Nubia), Inscr.Magn. 164.12, POxy.707.24 (ii A. D.), Theo Sm.p.136 H.; ἐκ διετίας βήσσοντα SIG1171.4 (Lebena).
Greek (Liddell-Scott)
διετία: ἡ, = διετηρίς, Πράξ. Ἀποστ. κδ΄, 27, κη΄, 30· διετίᾳ Συλλ. Ἐπιγρ. 5033.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
durée de deux ans.
Étymologie: διετής.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
período de dos años, bienio διετίας δὲ πληρωθείσης Act.Ap.24.27, διετίᾳ ... τὸν οἰκεῖον ἀνύειν κύκλον Cleom.1.2.27, τῇ δὲ λοιπῇ διετίᾳ τελέσαι POxy.707.24 (II d.C.), ἡ πρώτη δ. los primeros dos años, PThmouis 1.89.6 (II d.C.), cf. Ph.2.536, Plu.2.610e, Act.Ap.28.30, SEG 38.1462.91 (Enoanda II d.C.), CIG 5033.4 (Nubia), IM 164.12 (II d.C.), Theo Sm.136, OBodl.2176.12 (III d.C.), Vett.Val.149.9, giros prep. εἰς διετίαν para un período de dos años, PTeb.729.3 (II a.C.), IG 22.1368.147 (II d.C.), δαμιοργήσας δὲ ἐπὶ διετίαν IG 5(2).515.16 (Licosura I a./d.C.), cf. Pall.H.Laus.7.4, ἐντὸς διετίας en el plazo de dos años, IEphesos 411.5 (I d.C.), ἐκ διετίας desde hace dos años, ICr.1.17.17.4 (Lebena I a.C.), στεφανηφόρον πρὸ διετίας προφητείας siendo estefanéforo dos años antes de su profecía, Didyma 152.5, cf. 279b.10 (ambas II d.C.), μετὰ διετίαν τῆς [ἀπο] λύσεως dos años después del licenciamiento, BGU 180.7 (II/III d.C.), cf. IUrb.Rom.60.11 (IV d.C.), διὰ διετίαν OGN 47.5, cf. 8 (II/III d.C.).