Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering
η (AM γενναιότης) γενναίοςμεγαλοφροσύνη, ανδρείανεοελλ.γενναιοδωρία, απλοχεριάαρχ.1. ευγενική καταγωγή, ευγένεια2. (για τη γη) ευφορία.