Σεβαστεῖον
ἀλλ᾽ ἀμφὶ τοῖς σφαλεῖσι μὴ 'ξ ἑκουσίας ὀργὴ πέπειρα → to those who err in judgment, not in will, anger is gentle | men's wrath is softened toward those who have erred unwittingly
English (LSJ)
τό,
A temple of Σεβαστός, i.e. Augustus, Ph.2.567 (vulg. -άστιον); also Σεβάστειος ναός CIG2839 (Aphrodisias). II Σεβαστεῖα, τά, games in honour of the Emperor, SIG802 A 14 (Delph., i A.D.), IG4.795 (Troezen, ii A.D.); so in sg., Sardis 7(1).79 C 21 (iii A.D.).
German (Pape)
[Seite 867] τό, Tempel, Heiligthum des Augustus, Σεβαστός, Philo.
Greek (Liddell-Scott)
Σεβαστεῖον: τό, ναὸς τοῦ Σεβαστοῦ, δηλ. τοῦ Αὐγούστου, Φίλων 2. 567 (κοινῶς -άστιον)· ὡσαύτως, Σεβάστειος ναὸς Συλλ. Ἐπιγρ. 2839. Ι. Σεβαστεῖα, τά, ἀγῶνες εἰς τιμὴν τοῦ αὐτοκράτορος, αὐτόθι 1186. 7, 10· φέρεται Σεβαστά, αὐτόθι 2810b. 13 (σ. 1112)· πρβλ. σεβάσμιος ΙΙ. 2.
Greek Monolingual
και Σεβάστιον, τὸ, Α σεβαστός
1. ναός του αυτοκράτορα, του Σεβαστού
2. στον πληθ. τὰ Σεβαστεῑα
αγώνες προς τιμήν του αυτοκράτορα, αλλ. Σεβάσμια ή Σεβαστά.