Καὶ ζῶν ὁ φαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft
-η, -ο / σησαμάτος, -η, -ον, ΝΜΑ
πασπαλισμένος με σουσάμι
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το σουσαμάτο
γλύκισμα από σουσάμι και μέλι ή ζάχαρη, αλλ. παστέλι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σουσάμι / σήσαμον + κατάλ. -άτος (πρβλ. καρυδ-άτος)].