φοροδιαφυγή
From LSJ
ἔστ' ἦμαρ ὅτε Φοίβος πάλιν ελεύσεται καὶ ες αεί ἔσσεται → the time will come when Apollo will return to stay forever
Greek Monolingual
η, Ν
φοροδιαφεύγω
(οικον.) απάτη που γίνεται από τον φορολογούμενο απέναντι στις φορολογικές αρχές και η οποία μπορεί να προκληθεί είτε με απλή απόκρυψη εισοδήματος είτε με τεχνάσματα λίγο-πολύ εξεζητημένα, από ψεύτικα τιμολόγια και βιβλία έως τη δημιουργία πλασματικών εταιρειών.