ὦ θάνατε παιάν, μή μ᾽ ἀτιμάσῃς μολεῖν· μόνος γὰρ εἶ σὺ τῶν ἀνηκέστων κακῶν ἰατρός, ἄλγος δ᾽ οὐδὲν ἅπτεται νεκροῦ. → O death, the healer, reject me not, but come! For thou alone art the mediciner of ills incurable, and no pain layeth hold on the dead.
Full diacritics: ῥύᾰτο | Medium diacritics: ῥύατο | Low diacritics: ρύατο | Capitals: ΡΥΑΤΟ |
Transliteration A: rhýato | Transliteration B: rhyato | Transliteration C: ryato | Beta Code: r(u/ato |
A v. ἐρύω (B).
ῥύᾰτο: γ΄ πληθ. συγκεκομ. ἀορ. τοῦ ῥύομαι.
3ᵉ pl. impf. épq. de ῥύομαι.
see ῥύομαι.
ῥύᾰτο: Επικ. αντί ἐρύοντο, γʹ πληθ. αορ. βʹ του ῥύομαι.