γάστρων
Οὐ λύσῃς, ὦ ξένε, τόν ἐν τῆ οἰκία φίλον; (Ου λύσης, ω ξένε, τον εν τη οικία φίλον) → Won't you release the friend?
English (LSJ)
ωνος, ὁ,
A = γάστρις, pot-belly, Alc.37 B, Ar.Ra.200, Ph. 1.686.
German (Pape)
[Seite 476] ωνος, ὁ, Dickbauch, Ar. Ran. 202 u. Sp., wie Ath. III, 97 c.
Greek (Liddell-Scott)
γάστρων: -ωνος, ὁ, =γάστρις, κοιλαρᾶς, Ἀλκαῖ. 6, Ἀριστοφ. Βατρ. 200.
French (Bailly abrégé)
ωνος (ὁ) :
homme pansu, càd gourmand, goulu.
Étymologie: γαστήρ.
Spanish (DGE)
-ωνος
barrigudo de donde glotón, tragaldabas de Pítaco, Alc.429.5, de Dioniso, Ar.Ra.200, de Ulpiano, comensal en la cena de los Deipnosofistas, Ath.97c, 125b, 270d, 401b, 697b, cf. Ph.1.686, AP 8.172 (Gr.Naz.), Eust.402.13
•como tít. de una comedia de Antífanes Κνοιθιδεὺς ἢ γάστρων Cnetideo o el glotón Ath.448e.
Greek Monolingual
γάστρων, ο (Α) γαστήρ
ο κοιλαράς.
Greek Monotonic
γάστρων: -ωνος, ὁ = γάστρις, «κοιλαράς», σε Αριστοφ.
Russian (Dvoretsky)
γάστρων: ωνος ὁ Arph., Diog. L. = γάστρις.