ταξείδιον

From LSJ
Revision as of 20:35, 28 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

Κατηγορεῖν οὐκ ἔστι καὶ κρίνειν ὁμοῦ → Iudex et accusator esse idem nequit → Wer anklagt, darf nicht auch noch Richter sein zugleich

Menander, Monostichoi, 287
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ταξείδιον Medium diacritics: ταξείδιον Low diacritics: ταξείδιον Capitals: ΤΑΞΕΙΔΙΟΝ
Transliteration A: taxeídion Transliteration B: taxeidion Transliteration C: takseidion Beta Code: tacei/dion

English (LSJ)

τό,

   A purpose, εἴς τινα ταξείδια Ps.-Democr.Alch.p.54 B.

German (Pape)

[Seite 1068] τό, dim. von τάξις, Suid.

Greek (Liddell-Scott)

ταξείδιον: ἢ ὀρθότερον ταξίδιον, τό, ὑποκορ. τοῦ τάξις Δ, στρατεία, στράτευσις, πορεία, ἐκδημία, Κ. Πορφυρ. Πρὸς τὸν υἱὸν Ρωμανὸν 142, 244, Ἔκθ. Βασ. Τάξ. 445, Achmes Ὀνειροκρ. 158, 161, κλπ., ἴδε σημ. Κοραῆ εἰς Ἡλιόδ. τ. 2, σ. 296, ἴδε καὶ Λεξικ. Ὀρθογρ. καὶ Χρηστ. Ζηκίδου ἐν λ.