ἔκμακτος
From LSJ
τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ δίμοιρον αἰνῶ, καὶ δίκᾳ δίκας ἕπεσθαι, ξὺν εὐχαῖς ἐμαῖς, λυτηρίοις μηχαναῖς θεοῦ πάρα → I approve the better kind of evil, the two-thirds kind, and that, in accordance with my prayers, through contrivances bringing salvation at the god’s hand
English (LSJ)
ον, (ἐκμάσσω)
A express, εἴδη Emp.22.7.
German (Pape)
[Seite 768] aus-, abgedrückt, Theophr.
Greek (Liddell-Scott)
ἔκμακτος: -ον, ἢ ἐκμακτός, όν, (ἐκμάσσω) ἀποτυπωθείς, εἴδεσιν ἐκμακτοῖσι Ἐμπεδ. 267. Θεόφρ. περὶ Αἰσθ. 16.
Spanish (DGE)
-ον
impreso ἐχθρὰ ... διέχουσι μάλιστα γέννῃ τε κρήσῃ τε καὶ εἴδεσιν ἐκμάκτοισι Emp.B 22.5
•dud., quizá repujado o a impronta τύπος Ath.Askl.4.87, cf. 110 (III a.C.).
Greek Monolingual
ἔκμακτος, -ον και ἐκμακτός, -όν (Α)
αποτυπωμένος.