συνδιδάσκω

From LSJ
Revision as of 14:44, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητοςwhere there is no pain, no sorrow, no sighing, but life everlasting

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνδῐδάσκω Medium diacritics: συνδιδάσκω Low diacritics: συνδιδάσκω Capitals: ΣΥΝΔΙΔΑΣΚΩ
Transliteration A: syndidáskō Transliteration B: syndidaskō Transliteration C: syndidasko Beta Code: sundida/skw

English (LSJ)

   A produce together with, of a drama, Sch.Ar.Th.1021, cf. Demetr.Lac.Herc.1012.31.

German (Pape)

[Seite 1008] (s. διδάσκω), mit, zugleich lehren (?).

Greek (Liddell-Scott)

συνδῐδάσκω: διδάσκω ὁμοῦ, ἐν τῷ παθητ., «συνδεδίδακται γὰρ τῇ Ἑλένῃ» Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Θεσμ. 1021.

Greek Monolingual

Α διδάσκω
(για τραγικό ποιητή) παρουσιάζω δραματικό έργο ταυτόχρονα με άλλον.

Greek Monolingual

Α διδάσκω
(για τραγικό ποιητή) παρουσιάζω δραματικό έργο ταυτόχρονα με άλλον.