τεταρτημόριον

From LSJ
Revision as of 08:45, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Θεὸς πέφυκεν, ὅστις οὐδὲν δρᾷ κακόν → Deus est, qui nihil admisit umquam in se mali → Es ist ein göttlich Wesen, wer nichts Schlechtes tut

Menander, Monostichoi, 234
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεταρτημόριον Medium diacritics: τεταρτημόριον Low diacritics: τεταρτημόριον Capitals: ΤΕΤΑΡΤΗΜΟΡΙΟΝ
Transliteration A: tetartēmórion Transliteration B: tetartēmorion Transliteration C: tetartimorion Beta Code: tetarthmo/rion

English (LSJ)

τό,    A fourth part, Hdt.2.180; esp. of an obolus, Arist.Pol.1323a31 ( = Lat. quadrans, Plu.Publ.23); 1/4 of a κοτύλη, Hp.Int.26.    2 in Music, quarter-tone, Cleonid.Harm.7, etc.; τεταρτημορίων διέσεων Euc.Sect.Can.p.202H.    II quadrant, Ptol.Tetr.33, Paul.Al.D.2. (Cf. ταρτημόριον.)

German (Pape)

[Seite 1096] τό, der vierte Theil, Her. 2, 180; bes. eines Obols, quadrans, Arist. pol. 7, 1. Vgl. Plut. Popl. 23.

Greek (Liddell-Scott)

τεταρτημόριον: τό, τὸ τέταρτον μέρος, Ἡρόδ. 2. 180· μάλιστα τὸ τέταρτον ὀβολοῦ, Λατιν. quanitans, Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 1, 4· οὕτω τεταρτημορίς, ίδος, ἡ, Συλλ. Ἐπιγρ. 2656. 14. 2) ἐν τῇ μουσικῇ, τὸ τέταρτον τόνου, Chappell Anc. Mus. σ. 205, πρβλ. δίεσις ΙΙΙ. ΙΙ. τέταρτον κύκλου, τεταρτοκύκλιον, Εὐκλ.

Greek Monotonic

τεταρτημόριον: τό, το τέταρτο μέρος, τετράπλευρο, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

τεταρτημόριον: τό
1) четверть (τοῦ μισθώματος Her.);
2) четверть обола Arst.;
3) (лат. quadrans) четверть асса Plut.

Middle Liddell

τεταρτη-μόριον, ου, τό,
a fourth part, quadrans, Hdt.