ἐμπροσθότονος

From LSJ
Revision as of 17:58, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμπροσθότονος Medium diacritics: ἐμπροσθότονος Low diacritics: εμπροσθότονος Capitals: ΕΜΠΡΟΣΘΟΤΟΝΟΣ
Transliteration A: emprosthótonos Transliteration B: emprosthotonos Transliteration C: emprosthotonos Beta Code: e)mprosqo/tonos

English (LSJ)

ον,    A drawn forwards and stiffened, opp. ὀπισθότονος, Aret.SA1.6.

German (Pape)

[Seite 818] nach vorn gespannt, bes. von der krampfhaften Spannung des Nackens nach vorn, Medic.

Greek (Liddell-Scott)

ἐμπροσθότονος: -ον, ἐπὶ τετάνου, ὁ πρὸς τὰ ἐμπρὸς ἔχων τὴν ἀνάκλισιν, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ὀπισθότονος, Ἀρετ. π. Αἰτ. Ὀξ. Παθ. 1. 6, πρβλ. Foes Oec. Ἱππ.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ medic. emprostótonos, espasmo tetánico hacia delante, procurvación tetánica ὅταν ... εἰς τὸ πρόσω τείνηται τὰ μόρια τοῦ σώματος, ἐ. Gal.7.641, cf. 8.173, Cael.Aur.CP 3.65, Paul.Aeg.3.20.1, Steph.in Hp.Aph.2.350.2.

Greek Monolingual

-η, -ο (Μ ἐμπροσθότονος, -ον)
αυτός που πάσχει από εμπροσθοτονία, που έχει ανάκλιση και καμπύλωση του σώματος προς τα εμπρόςεμπροσθότονος καμπύλη» — σύσπαση τών καμπτήρων μυών του κορμού, στην οποία το σώμα κάμπτεται προς τα εμπρός).