δημογραφία

From LSJ
Revision as of 08:40, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἀναμαρτήτως ζῆν καὶ τοῖς ἄλλοις ἀλύπωςlive in a manner above reproach and without offence to others

Source

Greek Monolingual

η
στατιστική μελέτη του πληθυσμού (απογραφή, ποσοτική και ποιοτική σύνθεση, όριο ζωής, διαβίωση, μεταναστευτική κίνηση κ.λπ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στα Ελλην. ξεν. όρου (πρβλ. γαλλ. demographic). Η λ. μαρτυρείται από το 1855].