θυρανοίκτης

From LSJ
Revision as of 00:00, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Ἔνεγκε λύπην καὶ βλάβην εὐσχημόνως → Damna ac dolores disce generose pati → Mit schicklichem Anstand trage Trauer und Verlust

Menander, Monostichoi, 151
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θῠρᾰνοίκτης Medium diacritics: θυρανοίκτης Low diacritics: θυρανοίκτης Capitals: ΘΥΡΑΝΟΙΚΤΗΣ
Transliteration A: thyranoíktēs Transliteration B: thyranoiktēs Transliteration C: thyranoiktis Beta Code: quranoi/kths

English (LSJ)

ου, ὁ, door-opener, A.D.Synt.324.8.

Greek Monolingual

θυρανοίκτης, ὁ (Α)
αυτός που ανοίγει τη θύρα ή τις θύρες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θύρα + -ανοίκτης (< ανοίγω), πρβλ. επανοίκτης, μητρανοίκτης].