ἀπάντλησις
προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions
English (LSJ)
εως, ἡ, drawing off, of moisture, Arist. Pr.869b38; of blood, with menses, Sor.1.29.
German (Pape)
[Seite 279] ἡ, Entleerung, Arist. probl. 2, 33; Plut. stoic. rep. 32.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπάντλησις: -εως, ἡ, τὸ ἀπαντλεῖν, ἀνασύρειν ὕδωρ, Ἀριστ. Προβλ. 2. 33, 1.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
action de puiser ou d'épuiser.
Étymologie: ἀπαντλέω.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
expulsión, eliminación de humedad, Arist.Pr.869b38, de sangre, Sor.19.33, τοῦ πλήθους τοῦ τῶν ἀνθρώπων γένους Plu.2.1049b.
Greek Monolingual
ἀπάντλησις, η (Α)
άντληση.
Russian (Dvoretsky)
ἀπάντλησις: εως ἡ
1) черпание, вычерпывание (sc. τῶν ὑγρῶν Arst.);
2) убавление, уменьшение (τοῦ πλήθους τινός Plut.).