μορφώτρια

From LSJ
Revision as of 14:42, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ' ἐν τῷ εὖ τὸ πολύgood is not found in plenty but plenty in good, quality matters more than quantity

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μορφώτρια Medium diacritics: μορφώτρια Low diacritics: μορφώτρια Capitals: ΜΟΡΦΩΤΡΙΑ
Transliteration A: morphṓtria Transliteration B: morphōtria Transliteration C: morfotria Beta Code: morfw/tria

English (LSJ)

ἡ, fem. as if from *μορφωτήρ, συῶν μ. changing men into swine, E.Tr.437.

German (Pape)

[Seite 209] ἡ, (fem. zu μορφωτήρ), Bildnerinn; συῶν, Eur. Troad. 437.

French (Bailly abrégé)

ας;
adj. f.
qui donne une forme.
Étymologie: μορφόω.

Russian (Dvoretsky)

μορφώτρια: ἡ изменяющая форму: ἡ συῶν μ. Κίρκη Eur. Кирка, превращающая (людей) в свиней.

Greek (Liddell-Scott)

μορφώτρια: ἡ, θηλ. ὡς ἐξ ἀρσ. μορφωτήρ, ἡ συῶν φορφώτρια Κίρκη, ἡ μεταμορφοῦσα τοὺς ἄνδρας εἰς χοίρους Κίρκη, Εὐρ. Τρῳ. 437.

Greek Monolingual

μορφώτρια, ἡ (Α)
(για την Κίρκη) αυτή που μεταμορφώνει («Λιγυστίς θ'ἡ συῶν μορφώτρια Κίρκη», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Θηλ. του αμάρτυρου μορφωτήρ (< μορφῶ)].

Greek Monotonic

μορφώτρια: ἡ (μορφόω), συῶν μορφώτρια, αυτή που μεταμορφώνει τους ανθρώπους σε γουρούνια, σε Ευρ.

Middle Liddell

μορφώτρια, ἡ, μορφόω
συῶν μ. changing men into swine, Eur.