ἀντιπολιτεία

From LSJ
Revision as of 18:00, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

Ῥᾷον παραινεῖν ἢ παθόντα καρτερεῖν → Patientiam suadere facile, non pati → Es spricht sich leichter zu, als stark zu sein im Leid

Menander, Monostichoi, 471
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιπολῑτεία Medium diacritics: ἀντιπολιτεία Low diacritics: αντιπολιτεία Capitals: ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΙΑ
Transliteration A: antipoliteía Transliteration B: antipoliteia Transliteration C: antipoliteia Beta Code: a)ntipolitei/a

English (LSJ)

ἡ, A political opposition, τινὶ πρός τινα Plb.20.5.5, cf. Plu.Caes.11. II in plural, opposite parties, Plb.11.25.5.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 oposición política πρὸς Πομπήϊον Plu.Caes.11, cf. Plb.20.5.5, IG 10(2).255.8, 15.
2 plu. partidos opuestos ἀ. καὶ στάσεις Plb.11.25.5.

German (Pape)

[Seite 259] ἡ, entgegengesetzte Ansicht über Staatsverfassung, Pol. 20, 5; entgegengesetzte Partei im Staate, 11, 25; Plut. Caes. 11.

Russian (Dvoretsky)

ἀντιπολῑτεία:
1) противоположная или враждебная политическая программа или деятельность Polyb., Plut.;
2) pl. политические партии Polyb.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιπολῑτεία: ἡ, ἀντιπολίτευσις, διὸ καὶ μεγάλην ἀντιπολιτείαν εἶναι συνέβαινε τούτοις πρὸς τοὺς περὶ τὸν ... Πολύβ. 20. 5, 5. ΙΙ. κατὰ πληθ., ἀντιμαχόμεναι φατρίαι, ὁ αὐτ. 11. 25, 5.

Greek Monolingual

ἀντιπολιτεία, η (Α)
1. πολιτική αντίθεση, αντιπολίτευση
2. στον πληθ. αἱ ἀντιπολιτεῖαι
αντιμαχόμενες παρατάξεις, φατρίες.