Theophrastus
οὕτως καὶ ἡ πίστις, ἐὰν μὴ ἔχῃ ἔργα, νεκρά ἐστιν καθ' ἑαυτήν → so even the Faith, if it does not have deeds, and is on its own, is dead | the Faith without works is dead
Latin > English (Lewis & Short)
Thĕophrastus: i, m., = Θεόφραστος,>
I a Greek philosopher of Eressus, a disciple of Plato and Aristotle, Cic. Or. 19, 62; id. Brut. 31, 121; id. Tusc. 3, 28, 69; id. Att. 2, 16, 3.
Latin > French (Gaffiot 2016)
Thĕophrastus,¹³ ī, m. (Θεόφραστος), Théophraste philosophe grec] : Cic. Or. 62 ; Br. 121 ; Att. 2, 16, 3.
Latin > German (Georges)
Theophrastus, ī, m. (Θεόφραστος), ein berühmter griech. Philosoph aus der Stadt Eresos auf Lesbos, Schüler des Plato u. Aristoteles, ausgezeichnet durch Beredsamkeit, von dessen Schriften am meisten die Charaktere und die Pflanzenkunde bekannt sind, Varro r.r. 1, 1, 8 u.a. Cic. de or. 62; de fin. 1, 14 u.a. Sen. nat. qu. 3, 11, 2 sq. u.a.
Wikipedia EN
Theophrastus (/θiːəˈfræstəs/; Greek: Θεόφραστος Theόphrastos; c. 371 – c. 287 BC), a Greek philosopher and the successor to Aristotle in the Peripatetic school. He was a native of Eresos in Lesbos. His given name was Tyrtamus (Τύρταμος); his nickname Θεόφραστος (or 'godly phrased') was given by Aristotle, his teacher, for his "divine style of expression".
Wikipedia EL
Ο Θεόφραστος (371 π.Χ. – 287 π.Χ.) ήταν Έλληνας φιλόσοφος από την Ερεσό της Λέσβου, διάδοχος του Αριστοτέλη στην Περιπατητική Σχολή. Μετακόμισε στην Αθήνα σε νεαρή ηλικία και αρχικά σπούδασε στην Ακαδημία του Πλάτωνος. Μετά τον θάνατο του Πλάτωνα, συνδέθηκε με τον Αριστοτέλη. Όταν ο Αριστοτέλης έφυγε από την Αθήνα, ο Θεόφραστος ανέλαβε ως επικεφαλής του Λυκείου. Ο Θεόφραστος διηύθυνε την Περιπατητική Σχολή για 25 χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων η σχολή άκμασε πολύ. Θεωρείται συχνά ως ο πατέρας της βοτανικής λόγω των έργων του σχετικά με τα φυτά. Μετά τον θάνατό του, οι Αθηναίοι τον τίμησαν με δημόσια κηδεία. Ο διάδοχός του ως επικεφαλής της σχολής ήταν ο Στράτων ο Λαμψακηνός.
Translations
af: Theophrastos; ar: ثاوفرسطس; arz: ثاوفرستس; ast: Teofrasto; az: Teofrast; be: Тэафраст; bg: Теофраст; bn: থিওফ্রাস্টাস; br: Theophrastos; ca: Teofrast; cs: Theofrastos; da: Theofrastos; de: Theophrastos von Eresos; el: Θεόφραστος; en: Theophrastus; eo: Teofrasto; es: Teofrasto; et: Theophrastos; eu: Teofrasto; ext: Teofrastu; fa: ثئوفراستوس; fi: Theofrastos; fr: Théophraste; gl: Teofrasto; he: תאופרסטוס; hi: थिओफ्रेस्टस; hr: Teofrast; hu: Theophrasztosz; hy: Թեոփրաստես; id: Theophrastus; is: Þeófrastos; it: Teofrasto; ja: テオプラストス; ka: თეოფრასტე; ko: 테오프라스토스; ku: Teofrastos; ky: Теофраст; la: Theophrastus; lb: Theophrast; li: Theophrastos; lv: Teofrasts; mk: Теофраст; ml: തിയോഫ്രാസ്റ്റസ്; ms: Theophrastus; mwl: Teofrasto; nl: Theophrastus; no: Theofrastos; pl: Teofrast z Eresos; pt: Teofrasto; ro: Teofrast; ru: Теофраст; sa: थियोफ्रास्टस्; sco: Theophrastus; sh: Teofrast; simple: Theophrastus; sk: Theofrastos z Eresu; sl: Teofrast; sq: Teofrasti; sr: Теофраст; sv: Theofrastos; tg: Сиуфростус; tr: Theophrastus; uk: Теофраст; vi: Theophrastos; war: Theophrastus; wuu: 泰奥弗拉斯托斯; xmf: თეოფრასტე; zh: 泰奧弗拉斯托斯