Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀμφιμήτριος

From LSJ
Revision as of 10:35, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticumWegzehrung für das Alter sorge stets dir vor

Menander, Monostichoi, 154
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφιμήτριος Medium diacritics: ἀμφιμήτριος Low diacritics: αμφιμήτριος Capitals: ΑΜΦΙΜΗΤΡΙΟΣ
Transliteration A: amphimḗtrios Transliteration B: amphimētrios Transliteration C: amfimitrios Beta Code: a)mfimh/trios

English (LSJ)

ἀμφιμήτριον, (μήτρα)
A round the womb, concerning the womb, σημεῖον Hp.Epid.7.19 acc. to Gal.19.78 (dub.).
2 ἀμφιμήτρια, τά, ship's bilge, = ἐγκοίλια, Artem.4.30, Poll.1.87.
II (μήτηρ) by different mother, Lyc.19.

Spanish (DGE)

-ον
1 relativo a la matriz σημεῖον Gal.19.78, Hsch.
2 de diferente madre κάσις Lyc.19.
3 mar. subst. sentina Poll.1.87, plu. τὰ ἀ. Artem.4.30, Hsch.

German (Pape)

[Seite 141] 1) = – μήτωρ, Lyc. 19. – 2) um die Gebärmutter, Hippocr. – 3) τὸ ἀμφιμήτριον, nach Poll. 1, 87 Schiffsboden, od. nach Hesych. die Balken neben dem Kiel des Schiffes, s. Artemid. 4, 30.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφιμήτριος: -ον, (μήτρα) ὁ πέριξ τῆς μήτρας, ἐν σχέσει πρὸς τὴν μήτραν, «ἀμφιμήτριον σημεῖον, οὕτως ὠνόμακεν ἐν τῷ β΄ τῶν ἐπιδημιῶν τὸ δηλωτικὸν τῶν περὶ τὰς μήτρας διαθέσεων» Ἱππ. παρὰ Γαλην., ὁ δὲ Ἡσύχ. ἑρμηνεύει: «τὸ σημαντικὸν τῶν περὶ τὴν μήτραν παθῶν Ἱπποκράτης.» 2) ἀμφιμήτρια, τά, ὁ πυθμὴν τοῦ πλοίου, τὰ παρὰ τὴν τρόπιν μέρη· ἀλλαχοῦ ἐγκοίλια, «τὸ ἔδαφος τῆς νεῶς κύτος καὶ γάστρα καὶ ἀμφιμήτριον ὀνομάζεται» Πολυδ. 1.87, «ἀμφιμήτρια, τὰ μετὰ τὴν τρόπιν τῆς νεὼς ἐξ ἑκατέρου μέρους ἐπιτιθέμενα» Ἡσύχ. ΙΙ. (μήτηρ) ἐκ διαφόρου μητρός, Λυκόφρ. 19.

Greek Monolingual

(I)
ἀμφιμήτριος, -ον (Α) μήτρα
αυτός που βρίσκεται γύρω από τη μήτρα.
(II)
ἀμφιμήτριος, -ον (Α) μήτηρ
αμφιμήτωρ, αδελφός από άλλη μητέρα.