ὀπισθόγραφος

From LSJ
Revision as of 11:04, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μὴ φεῦγ' ἑταῖρον ἐν κακοῖσι κείμενον → Ne fuge sodalem, cum calamitas ingruit → Lass einen Freund in Schwierigkeiten nicht im Stich

Menander, Monostichoi, 341
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀπισθόγρᾰφος Medium diacritics: ὀπισθόγραφος Low diacritics: οπισθόγραφος Capitals: ΟΠΙΣΘΟΓΡΑΦΟΣ
Transliteration A: opisthógraphos Transliteration B: opisthographos Transliteration C: opisthografos Beta Code: o)pisqo/grafos

English (LSJ)

ὀπισθόγραφον, written on the back as well as the front, of papyrus rolls, Plin.Ep.3.5.17, Luc.Vit. Auct.9, Ulp.in Dig.37.11.4, Glossaria.

German (Pape)

[Seite 358] hinten, auf der Rückseite beschrieben, Luc. vit. auct. 9.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
écrit sur le revers.
Étymologie: ὄπισθεν, γράφω.

Russian (Dvoretsky)

ὀπισθόγρᾰφος: исписанный на обороте (βιβλίον Luc.).

Greek (Liddell-Scott)

ὀπισθόγρᾰφος: -ον, ὁ γεγραμμένος ἐπὶ τοῦ ὄπισθεν μέρους ἢ ἐπὶ τοῦ καλύμματος, βιβλίον Λουκ. Βίων πρᾶσις 9, - τὸ τοῦ Ἰουβεναλίου scriptus et in tergo.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ὀπισθόγραφος, -ον)
νεοελλ.
ο γραμμένος στην πίσω σελίδα ενός τίτλου
αρχ.
ο γραμμένος στο πίσω μέρος ενός παπύρου, στο κάλυμμά του.
επίρρ...
οπισθογράφως
με οπισθογράφηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οπισθ(ο)- + -γραφος. Η προπαροξυτονία προσδίδει στον τ. παθ. σημ.].
ο, η
αυτός που κάνει οπισθογράφηση ενός τίτλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. opisthograph (< οπισθο- + -γράφος). Η παροξυτονία προσδίδει στον τ. ενεργ. σημ. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στους Ελληνικούς Κώδικες].

Greek Monotonic

ὀπισθόγρᾰφος: -ον, γραμμένος στην πίσω πλευρά σελίδας ή εξώφυλλου, σε Λουκ.

Middle Liddell

ὀπισθό-γρᾰφος, ον,
written on the back, or cover, Luc.