μονογράμματος
From LSJ
κάμψαι διαύλου θάτερον κῶλον πάλιν → bend back along the second turn of the race, turning the bend and coming back for the second leg of the double run, run the homeward course, retrace one's steps
English (LSJ)
μονογράμματον, consisting of one letter, συλλαβή D.H.Comp.15, A.D.Adv.121.23.
German (Pape)
[Seite 202] aus einem Buchstaben bestehend, συλλαβή, D. Hal. C. V. c. 15; – τὸ μονογ., ein aus einem Buchstaben bestehendes Zeichen.
Greek (Liddell-Scott)
μονογράμμᾰτος: -ον, ἀποτελούμενος ἐξ ἑνὸς μόνου γράμματος, συλλαβὴ Διον. Ἁλ. περὶ Συνθέσ. Ὀνομ. 15, Α. Β. 531, κτλ.
Greek Monolingual
-η, -ο (Α μονογράμματος, -ον)
αυτός που αποτελείται από ένα μόνο γράμμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μον(ο)- + γράμμα, -ατος].