Ἰνδολέτης

From LSJ
Revision as of 12:01, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Φεῦγ' ἡδονὴν φέρουσαν ὕστερον βλάβην → Procul voluptas sit ea, quam excipit dolor → Lass nicht auf Lust dich ein, die später Schaden bringt

Menander, Monostichoi, 532
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ἰνδολέτης Medium diacritics: Ἰνδολέτης Low diacritics: Ινδολέτης Capitals: ΙΝΔΟΛΕΤΗΣ
Transliteration A: Indolétēs Transliteration B: Indoletēs Transliteration C: Indoletis Beta Code: *)indole/ths

English (LSJ)

Ἰνδολέτου, ὁ, Indian-killer, of Dionysus, AP9.524.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
vainqueur de l'Inde.
Étymologie: Ἰνδός, ὄλλυμι.

Greek Monolingual

Ἰνδολέτης, ὁ (Α)
(ως επίθ. του Διονύσου) αυτός που εξολόθρευσε τους Ινδούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Ἰνδός + -ὀλέτης (< ὀλέτης < ὄλλυμι «καταστρέφω, χάνω»), πρβλ. ανδρολέτης, θηρολέτης].

Greek Monotonic

Ἰνδολέτης: -ου, ὁ (ὀλέσαι), αυτός που σκοτώνει, που καταστρέφει τους Ινδούς, επίθ. του Βάκχου, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

Ἰνδολέτης: ου ὁ разрушитель, т. е. покоритель Индии (эпитет Диониса-Вакха) Anth.

Middle Liddell

Ἰνδολέτης, ου, ὀλέσαι, Indian-killer, Anth.