κυβεῖον

From LSJ
Revision as of 12:36, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Θεὸν σέβου καὶ πάντα πράξεις εὐθέως (ἐνθέως) → Verehre Gott und alles schaffst du auf der Stell (gotterfüllt) → Verehre Gott, sogleich hast du durchweg Erfolg

Menander, Monostichoi, 229
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῠβεῖον Medium diacritics: κυβεῖον Low diacritics: κυβείον Capitals: ΚΥΒΕΙΟΝ
Transliteration A: kybeîon Transliteration B: kybeion Transliteration C: kyveion Beta Code: kubei=on

English (LSJ)

τό, gaming-house, Aeschin.1.78.

German (Pape)

[Seite 1522] τό, ein Ort, wo man Würfel spielt; διημέρευεν ἐν τῷ κυβείῳ, οὗ ἡ τηλία τίθεται κα, τοὺς ἀλεκτρυόνας συμβάλλουσι καὶ κυβεύουσι, Aesch. 1, 53.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
maison de jeu.
Étymologie: κύβος.

Russian (Dvoretsky)

κῠβεῖον: τό игорный дом Aeschin.

Greek (Liddell-Scott)

κῠβεῖον: τό, κυβεύω κυβευτήριον, τόπος εἰς ὃν μετέβαινον οἱ κυβεύοντες καὶ ἔπαιζον κύβους, Αἰσχίν. 8. 22.

Greek Monolingual

κυβεῖον, τὸ (Α) κυβεύω
τόπος όπου έπαιζαν ζάρια.

Greek Monotonic

κῠβεῖον: τό (κυβεύω), οίκος που παίζονται ζάρια, σε Αισχίν.

Middle Liddell

κῠβεῖον, ου, τό, κυβεύω
a gaming-house, Aeschin.