ταξείδιον
From LSJ
τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)
English (LSJ)
τό,
A purpose, εἴς τινα ταξείδια Ps.-Democr.Alch.p.54 B.
German (Pape)
[Seite 1068] τό, dim. von τάξις, Suid.
Greek (Liddell-Scott)
ταξείδιον: ἢ ὀρθότερον ταξίδιον, τό, ὑποκορ. τοῦ τάξις Δ, στρατεία, στράτευσις, πορεία, ἐκδημία, Κ. Πορφυρ. Πρὸς τὸν υἱὸν Ρωμανὸν 142, 244, Ἔκθ. Βασ. Τάξ. 445, Achmes Ὀνειροκρ. 158, 161, κλπ., ἴδε σημ. Κοραῆ εἰς Ἡλιόδ. τ. 2, σ. 296, ἴδε καὶ Λεξικ. Ὀρθογρ. καὶ Χρηστ. Ζηκίδου ἐν λ.