συναπολάμπω
From LSJ
νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
English (LSJ)
A shine forth together, τινι Luc.Dom.7; μετά τινος Id.Gall.13.
German (Pape)
[Seite 1002] mit od. zugleich glänzen, Luc. gall. 13.
Greek (Liddell-Scott)
συναπολάμπω: ἀπολάμπω, ἐκπέμπω ὁμοῦ λάμψιν, τὴν ὠλένην στιλπνοτέραν φαίνεσθαι συναπολάμπουσαν τῷ χρυσῷ Λουκ. π. Οἴκ. 7· μετά τινος ὁ αὐτ. ἐν Ὀνείρῳ ἢ Ἀλεκτρ. 13.
French (Bailly abrégé)
briller avec ou en même temps que, τινι.
Étymologie: σύν, ἀπολάμπω.